Ήταν ο Robin Hood ο αγαπημένος σας ήρωας όταν ήσασταν μικρός; Λατρεύατε να παίζετε τους Ινδιάνους; Τότε σίγουρα το άθλημα που σας ταιριάζει είναι η τοξοβολία. Στηρίζεται πάνω σε μια ολόκληρη φιλοσοφία και αποτελεί τον ιδανικό τρόπο για να βρείτε την αρμονία μεταξύ σώματος και πνεύματος.Η τοξοβολία έχει τις ρίζες της στην αρχαιότητα. Αποτελεί ένα από τα αθλήματα που στην απαρχή του αντιμετωπιζόταν σαν τέχνη, και όχι αμιγώς σαν άθλημα γι’ αυτό και δεν συμπεριλαμβανόταν στους Ολυμπιακούς αγώνες, καθώς θεωρούνταν ότι δεν αναδείκνυε την ανδρεία του πολεμιστή. Παρόλα αυτά ήταν από τις αγαπημένες ενασχολήσεις, αφού υπάρχουν πάμπολες αναφορές γι’ αυτό τόσο στη μυθολογία, αφού εμφανίζονταν Θεοί να έχουν σημαντικές ικανότητες στο τόξο (Άρτεμις, Απόλλων κ.λ.π.) όσο και στην ιστορία. Είναι όμως άθλημα ή μήπως πρόκειται για μια ολόκληρη φιλοσοφία;Για την ιστορία…Υπάρχουν ενδείξεις που τοποθετούν το τόξο και το βέλος χρονικά στην Παλαιολιθική εποχή, πριν 20,000 χρόνια. Είναι το πρώτο όπλο που έδωσε τη δυνατότητα στους ανθρώπους να επιτεθούν από απόσταση μεγαλύτερη από αυτή που καλύπτει ένα όπλο χειρός, και μαζί με το ακόντιο υπήρξε το πρώτο εκηβόλο όπλο. Πρώτοι χρησιμοποίησαν το τόξο σαν όπλο πολέμου οι Αιγύπτιοι γύρω στο 3500 π.Χ. εναντίον των Περσών. Το έφτιαχναν από ένα κομμάτι ελαστικού ξύλου, που με τη βοήθεια ενός τένοντα (χορδής) έπαιρνε καμπυλωτό σχήμα. Πιθανολογείται ότι οι Ασσύριοι γύρω στο 1200 π.Χ. προσθέσανε 2 προεκτάσεις στα άκρα σε σχήμα αντίθετης κύρτωσης από το τόξο και αυτό δημιούργησε το λεγόμενο αντίκυρτο τόξο, το οποίο ήταν δυνατότερο και πολύ κοντύτερο.Στην Ελλάδα είχε κυρίως κυνηγετική χρήση και σαν πολεμικό όπλο χρησιμοποιήθηκε στον Πελλοπονησιακό πόλεμο. Ανάλογα με το είδος του τόξου χρησιμοποιούνταν 2 τρόποι κατασκευής: για το απλό τόξο έπαιρναν ένα ξύλο κρανιάς και με επεξεργασία το έκαναν καμπύλο, ισχυρό και ελαστικό ενώ για το αντίκυρτο, έπαιρναν κέρατα αντιλόπης, τα οποία αφού επεξεργάζονταν για να γίνουν ελαστικά, τα έδεναν μέσω της βάσης τους σε ξύλινη λαβή. Στα 2 άκρα του στελέχους έδεναν τη νευρά (χορδή κατασκευασμένη από νεύρα ή έντερα ζώων). Το βέλος ήταν κατασκευασμένο από σκληρό ξύλο κατεργασμένο σε λεπτό κύλινδρο μήκους 45-65εκ., που στη μια άκρη είχε σφηνωμένη σιδερένια ή ορείχαλκη αιχμή και στην άλλη είχε χάραγμα για να προσαρμόζεται στη νευρά. Τα βέλη τοποθετούνταν σε ειδική θήκη με πώμα, τη φαρέτρα, που χωρούσε έως 20 βέλη. Από τον 4ο αιώνα π.χ. και μετά, το τόξο απέκτησε μεγαλύτερη σημασία και η τοξοβολία μπήκε στο πρόγραμμα αγωγής των εφήβων.Με βάση την ετοιμολογία των λέξεων προέρχεται από την σανσκριτική λέξη taksaka, που είναι όνομα δέντρου, από τα κλαδιά του δέντρου από το οποίο οι πρωτόγονοι κατασκεύαζαν τα τόξα.Πρώτη γνωριμίαΠρόκειται για ένα σπορ, το οποίο απευθύνεται σε όλους, ανεξαρτήτως σωματικής διάπλασης, προσόντων και δύναμης, καθώς στηρίζεται κυρίως στην ικανότητα του αθλητή να συγκεντρώνεται. Χωρίς να καταπονεί το σώμα, βοηθά τον τοξότη να κατανοήσει καλύτερα το σώμα του, να εξασκήσει την αυτοπειθαρχία του, να τονώσει την αυτοπεποίθησή του και να του διδάξει αυτοσυγκέντρωση. Πάνω απ’ όλα όμως είναι ψυχαγωγία και διασκέδαση. Πρόκειται για μια δραστηριότητα που ασκεί ιδιαίτερη γοητεία σε αυτούς που την πρωτογνωρίζουν. Παρόλο που χρειάζεται και η σωματική δύναμη, σημαντικότερη είναι η νοητική συμμετοχή. Είναι μια προσπάθεια με αντίπαλο τον εαυτό μας. Επίσης είναι πολύ προσιτό αφού πρόκειται για ένα από τα πιο «φθηνά» αθλήματα, αφού οι Σύλλογοι προσφέρουν δωρεάν τον απαραίτητο εξοπλισμό στους αρχάριους για να ξεκινήσουν.Διαλέγοντας αυτό που σας ταιριάζειΥπάρχουν διάφορα είδη τοξοβολίας:-Σκοπευτική/ολυμπιακή τοξοβολία, που αποτελεί και το μοναδικό είδος που συμπεριλαμβάνεται στους Ολυμπιακούς Αγώνες. Γίνεται σε ανοικτό ή κλειστό χώρο. Οι τοξότες ρίχνουν σε τέσσερις αποστάσεις (90μ., 70μ., 50μ., 30μ. για τους άνδρες και 70μ., 60μ., 50μ., 30μ. για τις γυναίκες) από 36 βέλη(3x12 στην κάθε μία).-Τοξοβολία πεδίου. Είναι το πιο δημοφιλές είδος, αφού προέρχεται από το κυνήγι με τόξο, μόνο που αντί για ζώα, οι τοξότες στοχεύουν σε τεχνητούς στόχους που προσομοιάζουν με ζώα ή πουλιά.-Έφιππη. Είδος που χρειάζεται ιδιαίτερες ιππευτικές ικανότητες και απευθύνεται σε πολύ λίγους. Προέρχεται από την αρχαιότητα.-Κyodo. Είναι η γιαπωνέζικη παραδοσιακή τέχνη της τοξοβολίας των σαμουράι. Είναι μια από τις πραγματικές πολεμικές (Budo) τέχνες και έχει σκοπό την αυτοβελτίωση μέσω της αυτογνωσίας.-Τοξοβολία σκι. Είναι ένας συνδυασμός cross-country σκι και τοξοβολίας, όπου ο τοξότης διανύσει μια απόσταση(12km) με σκι και πρέπει να ρίξει 12 βέλη.- Πέταγμα βέλους. Εκ πρώτης όψεως φαίνεται σαν το πιο απλό είδος και συνιστάται στο ποιος θα καλύψει τη μεγαλύτερη απόσταση με το βέλος του.-Σκόπευση εδάφους δια καμπύλης. Είναι η σκόπευση στόχου με επιφάνεια οριζόντια τοποθετημένη επί του εδάφους και σε αποστάσεις μεταξύ 125μ. και 185μ.Ιδιαιτερότητα της τοξοβολίας…Η ιδιαιτερότητα της τοξοβολίας έναντι των άλλων αθλημάτων έγκειται στον γεγονός ότι δεν είναι απλά ένα σπορ, αλλά πρόκειται για μια φιλοσοφία. Βασίζεται, εκτός από τη φυσική ενδυνάμωση, στην απόλυτη αυτοσυγκέντρωση. Ο αθλητής γυμνάζεται με ασκήσεις με βάρη για τα χέρια και την πλάτη, για να ενδυναμώσει το πάνω μέρος του σώματος του, και γενικά να αποκτήσει καλή φυσική κατάσταση. Το κυριότερο όμως για να γίνει κάποιος καλός τοξότης, είναι να μπει στη φιλοσοφία του αθλήματος, που δεν είναι άλλη από τον μάθει να έχει τον απόλυτο έλεγχο του εαυτού του, των κινήσεών και των σκέψεών του. Για να το κάνει αυτό θα πρέπει να εξασκηθεί πολύ στην εστίαση της προσοχής του. Πρέπει να μάθει να αδιαφορεί για τους εξωτερικούς θορύβους και να «ακούει» μόνο το σώμα του και να ακολουθεί το ρυθμό του. Αυτό θα τον βοηθήσει να βρει τη σωστή σωματική στάση, το σωστό ρυθμό αναπνοής και την αίσθηση των μελών του σώματος του. Έτσι μαθαίνει να κυριαρχεί απόλυτα τις αισθήσεις του και καλλιεργεί την αρμονία ανάμεσα στο σώμα και το πνεύμα του. Απελευθερώνεται από τους αγχωτικούς ρυθμούς της σύγχρονης ζωής και καταφέρνει με αυτοσυγκέντρωση να «ακούσει» το σώμα του, να βρει το ρυθμό του και να συγκεντρωθεί στο στόχο του.Η τοξοβολία είναι Ολυμπιακό άθλημα από το 1900. Το 1920 στους Ολυμπιακούς της Αμβέρσας βγήκε από τη διοργάνωση, για να καθιερωθεί και πάλι το 1972 στους Ολυμπιακούς του Μονάχου. Στους Ολυμπιακούς της Σεούλ το 1988 προστέθηκε και το ομαδικό.